- Καρύστου
- Κάρυστοςfem gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Καρύστου, δήμος — Δήμος (7.144 κάτ.) του νομού Ευβοίας που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο καθώς και από τις πρώην κοινότητες Αετού, Γραμπιάς, Καλυβίων, Μύλων και Πλατανιστού, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Καρύστου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καρύστου στεγάζεται στο Γιοκάλειο Πνευματικό Ίδρυμα, η δυτική πτέρυγα του οποίου παραχωρήθηκε από τον ευεργέτη Νικόλαο Γιοκαλά για το σκοπό αυτό. Το μουσείο, που εγκαινιάστηκε το 1989, περιέχει ευρήματα από τις… … Dictionary of Greek
Εύβοια — I Νησί (3.658 τ. χλμ., 209.130 κάτ.) που απλώνεται με νοτιοανατολική κατεύθυνση κατά μήκος της βορειοανατολικής ακτής της Στερεάς Ελλάδας. Είναι το δεύτερο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας μετά την Κρήτη. Στα Β του νησιού οι δίαυλοι του Τρίκερι και… … Dictionary of Greek
λεμονιά — Κοινή ονομασία του φυτικού είδους Citrus limon, της οικογένειας των ρουτιδών, της φυλής των κιτρίων. Πρόκειται για ένα μικρό, ύψους 3 έως 6 μ., δικοτυλήδονο, αειθαλές δέντρο, γνωστό για τους ωοειδείς κίτρινους καρπούς του, τα λεμόνια. Έχει κορμό… … Dictionary of Greek
οχή — Βουνό της νότιας Εύβοιας (1.404 μ.), που καταλήγει στα Ν στα ακρωτήρια Μαντέλλο (Γεραιτός) και Παξιμάδι (Λευκή Ακτή), στα δε ΒΑ στον Καφηρέα (Κάβο Ντόρο, κοινά Βουνό της Καρύστου). Ψηλότερες κορυφές είναι ο Άγιος Ηλίας (1.398 μ.) και ο Ιούδας… … Dictionary of Greek
Επανωχώρι — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ., 35 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καρυστίας του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται στις νοτιοανατολικές απολήξεις του όρους Όχη, ΒΑ της Καρύστου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρύστου. 2. Ορεινός… … Dictionary of Greek
Κάρυστος — I Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 20 μ., 4.960 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καρυστίας του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 128 χλμ. ΝΑ της Χαλκίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρύστου. Η Κ. χτίστηκε στα μέσα του 19ου αι. με βάση τα… … Dictionary of Greek
Μεκουνίδα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 115 κάτ.) της Εύβοιας. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού και Ν της Καρύστου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρύστου του νομού Ευβοίας … Dictionary of Greek
Πεταλιοί — Συγκρότημα νησιών του νότιου Ευβοϊκού Κόλπου, σε απόσταση 8 μιλίων από τον όρμο της Καρύστου. Πρόκειται για τα μικρά νησιά Μεγαλονήσι, Ξερονήσι, Φούντη, Τραγονήσι ή Τράγος, Λαμπερούσες και Αβγό (συνολική έκταση 17,20 τ. χλμ.). Στα χρόνια της… … Dictionary of Greek
Χρυσαφόπουλος, Δημήτριος — (1790 – 1860). Κρητικός οπλαρχηγός. Nεότατος εγκαταστάθηκε ως έμπορος στη Μικρά Ασία, όπου μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία κατά τους πρώτους μήνες του 1821 από τον επίσκοπο Καρύστου Νεόφυτο. Όταν άρχισε η Επανάσταση, πήγε στη Σάμο και συγκρότησε με… … Dictionary of Greek